Ποία η σχέση του Ηρόδοτου με τις περσικές επιγραφές;
«Είναι δεδομένο ότι ο Ηρόδοτος υπήρξε έντιμος ιστορικός. Όταν δεν γνωρίζει κάτι, το παραδέχεται και αυτό συμβαίνει με μεγάλη συχνότητα. Έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία για τις προθέσεις του. Οσάκις αντιμετωπίζει διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές, συνήθως τις καταγράφει και παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να επιλέξει. Πολλά από όσα καταγράφει αναφέρονται σε δημόσια γεγονότα που οι σύγχρονοι του τα γνώριζαν ή τα θυμούνταν. Κατ' αναλογία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι αναφορές του σε γεγονότα που οι σύγχρονοι του τα γνώριζαν -ή πίστευαν ότι τα γνώριζαν- είναι σχετικά ακριβείς. Σε όσες περιπτώσεις οι αναφορές αυτές ελέγχθηκαν σε αντιπαραβολή με ανεξάρτητες μαρτυρίες, ο Ηρόδοτος αποδείχθηκε ως άριστη πηγή.»
ΟΠΟΙΟΣ διαβάσει το μνημειώδες έργο του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ:«Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας», σε κάποιο σημείο του έργου αυτού θα διαβάσουμε για τον Ηρόδοτο τα εξής:
« (…) Δυο πηγές έχουν μεγάλη σπουδαιότητα και γι' αυτές χρειάζονται μερικά σύντομα σχόλια: οι αρχαίες περσικές επιγραφές και ο Ηρόδοτος. Πολλοί μεταχειρίζονται τις αρχαίες περσικές επιγραφές ως πρωτογενείς πηγές. Πράγματι είναι, υπό την ευρεία έννοια του όρου. Ωστόσο, αυτές οι πηγές, εκ των οποίων το σημαντικότερο παράδειγμα είναι η επιγραφή του Δαρείου Α' στα αρχαία Βαγίστανα (σημερινό Μπεχιστούν), αναφέρονται σε μία ειδικά κατασκευασμένη ιστορία, την οποία οι συντάκτες της δημιούργησαν για να μεταβιβάσουν ένα ειδικό μήνυμα και για ένα συγκεκριμένο σκοπό. Συνεπώς, αν θέλουμε να κυριολεκτήσουμε, αποτελούν δευτερογενείς πηγές, όπως είναι και οι «Ιστορίαι του Ηροδότου». Στην επιγραφή του Δαρείου διαβάζουμε αυτό που ο Δαρείος επιθυμούσε να γνωρίζει ο λαός και αυτό που ήλπιζε ότι ο λαός θα πίστευε. Επειδή ήθελε να πληροφορηθούν το μήνυμα του όλοι οι υπήκοοι του, φρόντισε ώστε η επιγραφή να μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και να σταλεί σε όλη την αυτοκρατορία - απόδειξη ότι η επιγραφή αποτελεί αυτοκρατορική προπαγάνδα, προπαγάνδα, όμως, που περιέχει αρκετή δόση αλήθειας, εφόσον πολλοί από εκείνους που τη διάβασαν πρέπει να γνώριζαν τι πράγματι συνέβαινε. Άρα, δεν μπορούμε να πάρουμε τοις μετρητοίς αυτά τα σημαντικά κείμενα. Η πραγματική τους αξία αποκαλύπτεται μόνο εφόσον τα μελετούμε έχοντας υπόψη το σκοπό για τον οποίο γράφτηκαν και αξιολογούμε με μεγάλη προσοχή το περιεχόμενο τους, σε αντιδιαστολή -όπου είναι δυνατό- με άλλες μαρτυρίες που αναφέρονται στα ίδια γεγονότα.
Όσον αφορά τον Ηρόδοτο, πρέπει να ειπωθεί ότι, χωρίς τα κείμενα του, θα γνωρίζαμε ελάχιστη αρχαία ιρανική ιστορία. Γι' αυτό, είναι μερικές φορές δύσκολο να θυμόμαστε ότι και ο Ηρόδοτος πρέπει να χρησιμοποιείται με τη δέουσα προσοχή.
Είναι δεδομένο ότι ο Ηρόδοτος υπήρξε έντιμος ιστορικός. Όταν δεν γνωρίζει κάτι, το παραδέχεται και αυτό συμβαίνει με μεγάλη συχνότητα. Έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία για τις προθέσεις του. Οσάκις αντιμετωπίζει διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές, συνήθως τις καταγράφει και παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να επιλέξει. Πολλά από όσα καταγράφει αναφέρονται σε δημόσια γεγονότα που οι σύγχρονοι του τα γνώριζαν ή τα θυμούνταν. Κατ' αναλογία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι αναφορές του σε γεγονότα που οι σύγχρονοι του τα γνώριζαν -ή πίστευαν ότι τα γνώριζαν- είναι σχετικά ακριβείς. Σε όσες περιπτώσεις οι αναφορές αυτές ελέγχθηκαν σε αντιπαραβολή με ανεξάρτητες μαρτυρίες, ο Ηρόδοτος αποδείχθηκε ως άριστη πηγή.
Από την άλλη πλευρά, ο Ηρόδοτος συνέλεξε τα στοιχεία του είτε ρωτώντας τους ανθρώπους τι θυμούνταν από γεγονότα στα οποία είχαν συμμετάσχει, ή τα οποία γνώριζαν, είτε ταξιδεύοντας και παρατηρώντας ο ίδιος, και καταγράφοντας διάφορες εθνικές και φυλετικές παραδόσεις. Κατά συνέπεια, πρέπει να αξιολογούμε τα κείμενα του Ηροδότου με τρεις διαφορετικούς βαθμούς εμπιστοσύνης.
Πρώτον, όταν το κείμενο περιγράφει κάποιο γεγονός που πιθανόν ο Ηρόδοτος είδε (όπως ένα αιγυπτιακό μνημείο), ή έζησε ο ίδιος (όπως μία θρησκευτική γιορτή), δεν έχουμε ιδιαίτερο λόγο να αμφιβάλλουμε.
Δεύτερον, όταν ο Ηρόδοτος περιγράφει κάποιο γεγονός με βάση όσα του είπαν πραγματικοί μάρτυρες του γεγονότος, επί παραδείγματι όταν περιγράφει μία μάχη στην εκστρατεία του 480/479 π.Χ., πρέπει να αντιμετωπίσουμε το κείμενο του με την ίδια δημιουργική αμφιβολία, την οποία αναπτύσσει οποιοσδήποτε καλός ιστορικός, όταν παίρνει συνέντευξη από έναν μάρτυρα που παρακολούθησε κάποιο σύνθετο γεγονός. Ιδιαίτερα, οσάκις ο τελευταίος παρέχει τη μαρτυρία του αρκετό καιρό μετά από τα συμβάντα, και έχει, αναπόφευκτα, μία συγκεκριμένη και περιορισμένη οπτική γι' αυτά.
Τρίτον, όταν ο Ηρόδοτος ασχολείται με παλαιότερα από τον ίδιο ιστορικά γεγονότα, για τα οποία δεν μπορούσε να βρει ζώντες μάρτυρες, πρέπει να αντιμετωπίζεται με μεγάλη προσοχή, εάν όχι με πλήρη αμφιβολία (επί παραδείγματι, η εξιστόρηση του για τη δημιουργία του κράτους των Μήδων ή τα πρώτα χρόνια της ζωής του Κύρου του Μεγάλου). Τέλος, πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη μας ένα ζήτημα που επηρεάζει το σύνολο του αξιομνημόνευτου ιστορικού έργου του Ηροδότου: όσο αξιοσημείωτη και αν είναι η διάθεση του για αμεροληψία, ο Ηρόδοτος υπήρξε Έλληνας, με ελληνικά μάτια και αυτιά, ο οποίος έγραψε ιστορία με ελληνικό μυαλό, ελληνική καρδιά και κυρίως ελληνική οπτική για τον κόσμο2.(…)»
Όσον αφορά τον Ηρόδοτο, πρέπει να ειπωθεί ότι, χωρίς τα κείμενα του, θα γνωρίζαμε ελάχιστη αρχαία ιρανική ιστορία. Γι' αυτό, είναι μερικές φορές δύσκολο να θυμόμαστε ότι και ο Ηρόδοτος πρέπει να χρησιμοποιείται με τη δέουσα προσοχή.
Είναι δεδομένο ότι ο Ηρόδοτος υπήρξε έντιμος ιστορικός. Όταν δεν γνωρίζει κάτι, το παραδέχεται και αυτό συμβαίνει με μεγάλη συχνότητα. Έτσι, δεν υπάρχει αμφιβολία για τις προθέσεις του. Οσάκις αντιμετωπίζει διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές, συνήθως τις καταγράφει και παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να επιλέξει. Πολλά από όσα καταγράφει αναφέρονται σε δημόσια γεγονότα που οι σύγχρονοι του τα γνώριζαν ή τα θυμούνταν. Κατ' αναλογία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι αναφορές του σε γεγονότα που οι σύγχρονοι του τα γνώριζαν -ή πίστευαν ότι τα γνώριζαν- είναι σχετικά ακριβείς. Σε όσες περιπτώσεις οι αναφορές αυτές ελέγχθηκαν σε αντιπαραβολή με ανεξάρτητες μαρτυρίες, ο Ηρόδοτος αποδείχθηκε ως άριστη πηγή.
Από την άλλη πλευρά, ο Ηρόδοτος συνέλεξε τα στοιχεία του είτε ρωτώντας τους ανθρώπους τι θυμούνταν από γεγονότα στα οποία είχαν συμμετάσχει, ή τα οποία γνώριζαν, είτε ταξιδεύοντας και παρατηρώντας ο ίδιος, και καταγράφοντας διάφορες εθνικές και φυλετικές παραδόσεις. Κατά συνέπεια, πρέπει να αξιολογούμε τα κείμενα του Ηροδότου με τρεις διαφορετικούς βαθμούς εμπιστοσύνης.
Πρώτον, όταν το κείμενο περιγράφει κάποιο γεγονός που πιθανόν ο Ηρόδοτος είδε (όπως ένα αιγυπτιακό μνημείο), ή έζησε ο ίδιος (όπως μία θρησκευτική γιορτή), δεν έχουμε ιδιαίτερο λόγο να αμφιβάλλουμε.
Δεύτερον, όταν ο Ηρόδοτος περιγράφει κάποιο γεγονός με βάση όσα του είπαν πραγματικοί μάρτυρες του γεγονότος, επί παραδείγματι όταν περιγράφει μία μάχη στην εκστρατεία του 480/479 π.Χ., πρέπει να αντιμετωπίσουμε το κείμενο του με την ίδια δημιουργική αμφιβολία, την οποία αναπτύσσει οποιοσδήποτε καλός ιστορικός, όταν παίρνει συνέντευξη από έναν μάρτυρα που παρακολούθησε κάποιο σύνθετο γεγονός. Ιδιαίτερα, οσάκις ο τελευταίος παρέχει τη μαρτυρία του αρκετό καιρό μετά από τα συμβάντα, και έχει, αναπόφευκτα, μία συγκεκριμένη και περιορισμένη οπτική γι' αυτά.
Τρίτον, όταν ο Ηρόδοτος ασχολείται με παλαιότερα από τον ίδιο ιστορικά γεγονότα, για τα οποία δεν μπορούσε να βρει ζώντες μάρτυρες, πρέπει να αντιμετωπίζεται με μεγάλη προσοχή, εάν όχι με πλήρη αμφιβολία (επί παραδείγματι, η εξιστόρηση του για τη δημιουργία του κράτους των Μήδων ή τα πρώτα χρόνια της ζωής του Κύρου του Μεγάλου). Τέλος, πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη μας ένα ζήτημα που επηρεάζει το σύνολο του αξιομνημόνευτου ιστορικού έργου του Ηροδότου: όσο αξιοσημείωτη και αν είναι η διάθεση του για αμεροληψία, ο Ηρόδοτος υπήρξε Έλληνας, με ελληνικά μάτια και αυτιά, ο οποίος έγραψε ιστορία με ελληνικό μυαλό, ελληνική καρδιά και κυρίως ελληνική οπτική για τον κόσμο2.(…)»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου