Παρασκευή 6 Μαρτίου 2015

Φιλόστρατου βιογραφία του Απολλώνιου του Τυανέα



 
Ο Απολλώνιος ήταν ο σπουδαιότερος Νεο-πυθαγόριος φιλόσοφος ολων των εποχών.Πλησίασε τη φιλοσοφία με τρόπο θεϊκότερο απ’ ό,τι ο ιδιος ο Πυθαγόρας. Aσκησε την αληθινή σοφία με ορθότητα και τρόπο φιλοσοφικό.Πατρίδα του Απολλώνιου ήταν τα Τύανα, Ελληνική πόλη της Καππαδοκίας. Ο πατέρας του είχε το ίδιο όνομα και καταγόταν από αρχαία γενιά που οι ρίζες της έφταναν ως τους Οικιστές. Ήταν ο πλουσιότερος από τους συμπολίτες του, αν και όλο το έθνος ήταν πλούσιο.Όταν η μητέρα του Απολλώνιου επρόκειτο να τον γεννήσει, παρουσιάστηκε μπροστά της το φάντασμα του Αιγυπτίου δαίμονα Πρωτέα, για τον οποίο ο Όμηρος λέει πως άλλαζε μορφές.Ο Πρωτέας είχε διάφορες μορφές, που άλλαζαν συνέχεια και δεν ήταν δυνατόν να συλληφθεί γιατί γνώριζε και προέβλεπε τα πάντα. Ο Απολλώνιος είχε και αυτος την ικανότητα της πρόγνωσης.Ενας μύθος λέει πως γεννήθηκε σε ενα λιβάδι.
Όταν έφτασε η μητέρα του στην ώρα του τοκετού, ονειρεύτηκε πως έπρεπε να πάει στο λιβάδι για να μαζέψει λουλούδια. Όταν έφτασε εκεί, μάζευαν λουλούδια οι δούλες κι αυτή αποκοιμήθηκε στο γρασίδι. Κάποιοι κύκνοι, που ζούσαν εκεί, έστησαν χορό γύρω της καθώς κοιμόταν και σηκώνοντας τα φτερά, όπως συνηθίζουν, έβγαλαν φωνή όλοι μαζί.Εκείνη πετάχτηκε πάνω από την ωδή και γέννησε με πρόωρη γέννα. Ο μύθος ακομη λέει πως τη στιγμή που γεννήθηκε δημιουργήθηκε κεραυνός που φαινόταν πως θα πέσει στη γη, όμως έμεινε μετέωρος και χάθηκε ψηλά στον αιθέρα.Μετέπειτα κοντά στο μέρος εκέινο υπήρξε και ενα ιερο σαν αφιερωμα στον Απολλωνιο.
Απο τα παιδικα του χρονια, φάνηκε η ισχυρή μνήμη του και η αγάπη του για τη μελέτη.
Χρησιμοποιούσε την Αττική διάλεκτο και δεν την αλλοίωσε με τοπικούς ιδιωματισμούς. Όλα τα βλέμματα στρέφονταν πάνω του γιατί η ομορφιά του δεν περνούσε απαρατήρητη. Όταν έγινε δεκατεσσάρων χρόνων, ο πατέρας του τον πήγε στους Ταρσούς κοντά στον Ευθύδημο από τη Φοινίκη. Ο Ευθύδημος, που ήταν σπουδαίος ρήτορας, τον εκπαίδευε και ο Απολλώνιος υπάκουε στον δάσκαλο του, ενώ για τα ήθη της πόλης έδειχνε δυσαρέσκεια και τα θεωρούσε ακατάλληλα για φιλοσοφική ανατροφή.Μετα απο λιγο καιρο παρακάλεσε τον πατέρα του και μετέφερε τον δάσκαλο στις κοντινές Αιγές, όπου υπήρχε ησυχία ευνοϊκή για ενασχόληση με τη φιλοσοφία και σπουδές κατάλληλες για τους νέους και ενα ιερό του Ασκληπιού.Εκεί ασχολούνταν μαζί του με τη φιλοσοφία Πλατωνικοί, οπαδοί του Χρυσίππου και Περιπατητικοί. Είχε την ευκαιρία να ακούσει και την Επικούρεια φιλοσοφία, που επίσης δεν απέρριπτε, κυρίως όμως έδειχνε κάποια μυστική έφεση στην Πυθαγόρεια φιλοσοφία. Δάσκαλο σ’ αυτήν είχε κάποιον όχι ιδιαίτερα σπουδαίο ,τον Εύξενο που καταγόταν από την Ηράκλεια του Πόντου, ο οποίος μάλιστα δεν εφάρμοζε τα φιλοσοφικά της διδάγματα. Οσο ήταν παιδί, άκουγε τον Εύξενο και ακολουθούσε τις συμβουλές του. Όταν όμως ενηλικιώθηκε, ακολούθησε πιστά τον Πυθαγόρειο βίο, σπρωγμένος από κάποια ανώτερη δύναμη σ’ αυτό τον τρόπο ζωής. Ο Εύξενος κατάλαβε πως ο Απολλώνιος θα ασχοληθεί με σπουδαία πράγματα.
Ο Απολλώνιος απέφευγε τις έμψυχες τροφές γιατί τις θεωρούσε ακάθαρτες και βλαβερές για τον νου. Τρεφόταν με ξηρούς καρπούς και λαχανικά που τα θεωρούσε καθαρά όπως καθετί που παράγει η γη . Για το κρασί έλεγε πως είναι καθαρό ποτό , διότι προέρχεται από φυτό τόσο ήμερο για τους ανθρώπους, όμως το θεωρούσε βλαβερό για τη διανοητική ισορροπία γιατί θολώνει τον αιθέρα της ψυχής.Φορούσε μόνο λινά ρούχα εγκαταλείποντας όσα προέρχονται από ζώα.Αφησε τα μαλλιά να μακρύνουν και ζούσε μέσα στο ιερό του Ασκληπιού.Σιγα σιγα εκανε θαυματα και θεραπευε και τους αρρώστους.
Φιλοσοφική άποψη του Απολλώνιου ήταν και η αποφυγή υπερβολών στις θυσίες και τα αφιερώματα.
Όταν άκουσε πως έιχε πεθάνει ο πατέρας του, πήγε στα Τύανα και τον έθαψε με τα ίδια του τα χέρια κοντά στον τάφο της μητέρας του.Τη μεγάλη πατρική περιουσία τη μοιράστηκε με τον αδελφό του που ήταν ακόλαστος και μέθυσος. Εκείνος ήταν είκοσι τριών ετών και δεν χρειαζόταν επίτροπο, ενώ ο Απολλώνιος ήταν είκοσι και οι νόμοι επέβαλαν να επιτροπεύεται. Γύρισε στις Αιγές όπου έμεινε κάποιο καιρό και μετέβαλε το ιερό του Ασκληπιού σε τόπο μελέτης της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη (Λύκειο) και του Πλάτωνα (Ακαδημία).Επέστρεψε στα Τύανα, άνδρας πια και κύριος του εαυτού του. Ότα ν κάποιος του είπε πω ς έπρεπε να συνετίσει τον αδελφό του και να αλλάξει τη συμπεριφορά του, απάντησε: «Αυτό θα θεωρηθεί θράσος. Εγώ, που είμαι νεότερος, πώς μπορώ να συνετίσω τον μεγαλύτερο; Πάντω ς θα προσπαθήσω να τον γιατρέψω από τα πάθη του όσο μπορώ» . Του έδωσε λοιπόν το μισό μερίδιο του, λέγοντας πω ς εκείνος χρειαζόταν περισσότερα, ενώ ο ίδιος λίγα. Στεκόταν από πάνω του και τον συμβούλευε σοφά προσπαθώντας να τον σωφρονίσει.Αφού φρόντισε τον αδελφό του, στράφηκε προς τους άλλους συγγενείς και μοίρασε σε όσους είχαν ανάγκη την υπόλοιπη περιουσία του, κρατώντας ελάχιστα για τον εαυτό του.
Όταν ρώτησε κάποτε ο Εύξενος τον Απολλώνιο γιατί δεν ασχολείται με τη συγγραφή αφού έχει σπουδαίες απόψεις και εκφραστική δεινότητα, του απάντησε: «Επειδή δεν σώπασα ακόμη». Από κει ξεκινώντας έκρινε πως πρέπει να τηρήσει σιωπή.Όσο καιρό τηρούσε σιωπή , δεν ήταν άχαρος στις συναναστροφές του, αλλά μιλούσε με την έκφραση των ματιών του και τα νεύματα των χεριών και του κεφαλιού. Ούτε φαινόταν αγέλαστος και σκυθρωπός, γιατί κρατούσε την ευγένεια και την αγάπη προς τους φίλους. Αυτό τον τρόπο ζωής, που κράτησε πέντε χρόνια, τον χαρακτήριζε πολύ επίπονο, διότι δεν μιλούσε, ενώ είχε πολλά να πει, άκουγε πολλά που τον εξόργιζαν και έκανε πως δεν τα ακούει.Ένα μέρος των χρόνων της σιωπής το πέρασε στην Παμφυλία και ένα μέρος στην Κιλικία.
Όταν πέρασαν τα χρόνια της σιωπής, επισκέφθηκε τη μεγάλη Αντιόχεια και πήγε και στο ιερό του Δαφναίου Απόλλωνα.
Στις ομιλίες του δεν χρησιμοποιούσε ύφος διθυραμβικό και πομπώδες , στολισμένο με ποιητικές εκφράσεις, ούτε γλώσσα εξεζητημένη και υπεραττικίζουσα.Ακομη δεν λεπτολογούσε, δεν μακρηγορούσε, δεν τον άκουσε ποτέ κανείς να ειρωνεύεται ή να απευθύνεται στους ακροατές διδάσκοντας τους.Οι φράσεις του ήταν σύντομες με ξεκάθαρα νοήματα, κυριολεκτούσε πάντα , χρησιμοποιούσε φράσεις κατάλληλες για την κάθε περίπτωσ η και ό,τι έλεγε έμοιαζε με νόμους που ακούγονται από το στόμα ενος βασιλιά.
Οταν σκέφτηκε να επιχειρήσει ενα μακρινό ταξίδι ,θυμήθηκε το Ινδικό έθνος και τους σοφούς του που λέγονται Βραχμάνες και έλεγε πως οι νέοι πρέπει να ταξιδεύουν έξω από τα σύνορα της χώρας τους. Θεωρούσε σπουδαία ανακάλυψη την επίσκεψη στους μάγους που κατοικούν στη Βαβυλώνα και τα Σούσα και είχε την πρόθεση περνώντας από τη χώρα τους να σπουδάσει τα έθιμα τους. Ανακοίνωσε την απόφαση του στους μαθητές του που ήταν επτά . Αυτοί προσπάθησαν με συμβουλές να τον κάνουν ν’ αλλάξει γνώμη , όμως ο Απολλώνιος τους είπε: «Έχω συμβούλους τους θεούς και σας ανακοίνωσα την απόφαση μου. Σας δοκίμασα για να δω αν έχετε τη δύναμη να με ακολουθήσετε. Αφού όμως είστε διστακτικοί, να είστε καλά και να φιλοσοφείτε», είπε, «εγώ όμως πρέπει να πάω εκεί όπου με οδηγούν η σοφία και το δαιμόνιο μου». Αφού είπε αυτά, έφυγε από την Αντιόχεια μαζί με δύο δούλους που τους είχε απ ‘ τον πατέρα του. Ο ένας απ ‘ αυτούς ήταν ταχυγράφος και ο άλλος καλλιγράφος…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου